Tuesday 15 January, 2008

ταβερνοκουβέντες


κρύψου, αλλιώς
θα χαθείς!
κρύψου μες στη σκόνη,
αλλιώς θα γελαστείς!
κρύψου, κρύψου!
μα γιατί δεν ακούς;
γιατί;
γιατί!!!!


κοχύλι δεν ήσουν
ποτέ, μήτε
στεφάνι ακροβάτη
για καταγέλαστη
αγάπη

μα μήτε και θάλασσα
μήτε αστραπή
μ' ακούς!
μονάχα δίποδο της
σιωπής είσαι
και αγκίστρι μιας
ψυχής

κρύψου, λοιπόν.
κρύψου και μην φανερωθείς
ακόμη και αν ο ήλιος σου
μιλήσει κάποια αυγή












έλα κλάμα μου
πετάρισε μέσα στο
απόλυτο του μηδενός

τα σημάδια σου να
ιριδίζουν στο φτερούγισμα
της αρμονίας
μέσα στο κενό

έλα κλάμα μου αναβάπτισέ με
χαράζοντας πάνω στο τίποτα
που τριβελίζει την ψυχή μου









περπατώ στο δρόμο και μόνο το σκοτάδι
είναι εδώ
περπατώ και δεν βλέπω και όλο σε λάκκους
πέφτω
πέφτω, πέφτω, πέφτω
και τελειωμό δεν έχω
πέφτω, πέφτω, πέφτω
και όλο μες στη λασπουριά
πλέω

περπατώ στο δρόμο ο ήλιος και το φεγγάρι
δεν είναι εδώ,
περπατώ και μες σε λάκκους με βρομόνερα
τσαλαπατώ,
και όλο κάτι με μαγεύει
και από τον ένα λάκκο στο άλλο
βουτώ και ξαναβουτώ,
και όλο κάτι με σαγηνεύει
και διαρκώς λασπο-μπουρμπουλήθρες
εκπνέω και ωωωωω τι έκπληξη
αναριγώ










περιστεράκι μου γλυκό και χρυσαφένιο
εσύ που σκίζεις τον ουρανό και πας
μηνύματα στον κόσμο το χαμένο,
πάρε ετούτο δω το λογισμό
και κάνε τον γουργουρητό
λεξούλα να μην χάσεις

περιστεράκι μου γλυκό και χρυσαφένιο
άπλωσε τα φτεράκια σου
και τράβα στο σκοπό σου,
τράβα και σαν γεράκι θα βρεθεί
εμπρός σου και σου χιμήξει
γουργούρισε το λογισμό
κ' ευθύς θα σε αφήσει,
και σαν σε ξηρασία μακρά βρεθείς
και δίψα σε στραγγίζει
γουργούρισε ετούτο εδώ το λογισμό
να μην σε φάει η μαύρη δίνη

και σαν θα φτάσεις στο σκαλί του κόσμου
που μάτι δεν επιάνει
μα μήτε και μυαλού κοψιά μπορεί να εσυλλάβει
μην νοηθείς και γελαστείς και γουργουρίσεις απ' έξω
γιατί ποτέ δεν θα το διαβείς
μα και ποτέ δεν θα γυρίσεις πίσω












μες στο λιμάνι του μυαλού μου
στενάζει ο ίσκιος του κορμιού σου
σαν το καράβι που το σύραν
δίχως να το ρωτήσουν καν
μέσα από θαλασσοταραχή
και καταιγίδα.

μες στο λιμάνι του μυαλού μου
ο ίσκιος σου στενάζει και κλαίει
για τη χαρά που του στερούνε
από την παραζάλη που δεν ζούνε
οι φρόνιμοι και μετρημένοι
παρά μονάχα του κόσμου οι
καταδικασμένοι

απ' το λιμάνι του μυαλού μου
ξάφνου ο ίσκιο σου αγριεύει
ορίζει πορεία, σπάει κάβους
και χάνεται αμέσως μες στο κύμα.
αχ το λιμάνι του μυαλού μου
τώρα στενάζει, το κρύο το σκιάζει
έφυγες κ έμεινε μονάχο
δίχως έναν αναστεναγμό
από μουράγιο











βρέχει απ' τη μηχανή του χρόνου
βρέχει παραμύθια
σαν το μήλο που μιλούσε
μέσα στην αγρύπνια.
στο στρατί της συνουσίας
όνειρο με άψη
έφτιαξαν λέει την ουσία
της αλήθειας που μόνο
σε μύθο έχει χάρη.

βρέχει, βρέχει παραμύθια
όλα δίχως μνήμη
το παρόν παραμονεύουν
να του φιλήσουνε
τα χείλη.

βρέχει, λένε, παραμύθια
απ' τη μηχανή του χρόνου,
στο μεδούλι ψιθυρίζουν
πως ο κάθε χρόνος
δεν έχει καν ούτε
μια σταγόνα
ξέχωρο χρόνο

No comments: